- ζωογονεῖται
- ζωογονέωpropagatepres ind mp 3rd sg (attic epic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ζῳογονεῖται — ζῳογονέω pres ind mp 3rd sg (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
оживитисѧ — ОЖИВ|ИТИСѦ (4*), ЛЮСѦ, ИТЬСѦ гл. Ожить, сделаться живым: ˫ако дь˫аволемь именьмь ѹби быка. ст҃мь именьмь твоимь ѡживiсѧ. ПрЛ 1282, 117г; то же (ἐζωοποιήϑη) ГА XIV1, 209б; | образн.: бываѥмоѥ же на земли ѡживить(с) (ζωογονεῖται) ГА XIV … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
ανιμισμός — Θεωρία που αποδίδει όλα τα φυσικά φαινόμενα σε μια πνευματική δύναμη ή ψυχή (από το λατινικό anima)ξεχωριστή από την ύλη. Στη βιολογία και στην ψυχολογία, o α. βασίζεται στην πεποίθηση ότι η ψυχή είναι άυλο στοιχείο, που συνεργάζεται με το σώμα… … Dictionary of Greek
σύμπνους — ουν και σύμπνοος, οον, Α [συμπνέω] 1. αυτός που ζωογονείται από την ίδια πνοή («τὸ φύσει διοικεῑσθαι τόνδε τὸν κόσμον, σύμπνουν καὶ συμπαθῆ αὐτὸν αὐτῷ ὄντα», Πλούτ.) 2. σύμφωνος, ταιριαστός 3. ομόγνωμος … Dictionary of Greek